Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2008

''Μ εκείν η κανάτα σιαπάν που ουκά επιρνει.Χουματένια,γυαλουμέν μι ασπτ αλοιφή κι του χειρουδι τς πλιξούδα κι γραμμέν.Ειχε πλούδια αντικρυστα κι μπουρτούρις μι ξόμπλια.Κείν γκανάτα,αν κοιτάζιτει γιματ μι του ρουιδάτου του κρασι του ιυλουγημένου,δε δαστουχούσιτει,ιτσ καμνια φορά,όπους δε τς στο σα και γω.Κι τώρα που χάλασαν,που μπίτσαν τ αμπέλια κι του κρασί του γουράζουμει στα μπουκαλούδια-κι τι κρασί,μπουα μι νιρά-κειν η κανάτα μι του θκο μας του κρασί του πουρφυρένιου μ'απόμνει μιρακ κι κρυφός καημός'''

Η φίλη TASPA (www.taspa-taspan.blogspot.com) , στέλνει την δική της ανταπόκριση ,καλοδεχούμενη . Ευκολα ο αναγνώστης καταλαβαίνει το νόημα , μα δεν γνωρίζω που μπορεί , σε πια περιοχή , μπορεί να ακούσθηκε αυτό το σχόλιο για το αγορασμένο απ' τον μπακάλη κρασί ! 
Οπως και νάχει ευχαριστώ !

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2008

ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΕΣ Κ. ΙΤΑΛΙΑΣ Α' ΜΕΡΟΣ





                                                                                  Ψάχνοντας στο αρχείο μου , βρήκα ένα ενδιαφέρον άρθρο του Ανασ. Καρανάσταση , μέλους της συντ. επιτροπής του ιστορικού λεξικού της νέας ελληνικής γλώσσας της ακαδημίας της Αθήνας και σας το μεταφέρω αυτούσιο .

Η γλώσσα των ελληνόφωνων .

Στις αρχές του περασμένου αιώνα πολύ λίγοι εγνώριζαν ότι υπάρχουν στην Κάτω Ιταλία συμπαγείς πληθυσμοι , που έχουν μητρική τους γλώσσα την ελληνική . Το πράγμα έγινε σε ευρύτερο κύκλο γνωστό , όταν το 1820 ο Γερμανός επιστήμων Karl Witte πήγε στους ελληνόφωνους της Καλαβρίας και δημοσίευσε λίγα δημοτικά ποιήματα . Από τότε άρχισε να ασχολείται η επιστημονική έρευνα με τις δύο ελληνόφωνες γλωσσικές νησίδες της Κ. Ιταλίας (Απουλίας και Καλαβρίας) και δημιουργήθηκε φιλολογικό πρόβλημα γύρω από την καταγωγή τους . Ιταλοί και άλλοι επιστήμονες ασχολήθηκαν με το θέμα και διατύπωσαν τις απόψεις τους αλλά κατά τρόπο ερασιτεχνικό . Εκείνος που έθεσε το πρόβλημα σε επιστημονική βάση είναι ο Ιταλός γλωσσολόγος Giuseppe Morosi , ο οποίος συγκέντρωσε άφθονο γλωσσικό υλικό από τις δύο ελληνόφωνες περιοχές και δημοσίευσε δύο πραγματείες όπου διατυπώνει την άποψη ότι οι ελληνόφωνοι της Απουλίας προέρχονταιαπό βυζαντινούς αποίκους του 9ου-10ου αιώνα και της Καλαβρίας από βυζαντινούς αποίκους του 11ου-12ου αιώνα . Αντιρρήσεις κατά της θεωρίας του διετύπωσε πρώτος ο μεγάλος έλληνας γλωσσολόγος Γ. Χατζηδάκης υποστηρίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν να εξαφανιστεί η ελληνική γλώσσα στην Κ. Ιταλία κατά τους αρχαίους χρόνους , όταν στην σημερινή γλώσσα των ελληνόφωνων διατηρούνται Δωρικές λέξεις , τις οποίες δεν έχει η βυζαντινή , ούτε η Ν. Ελληνική και τα ιδιώματα .

Σαράντα περίπου χρόνια μετά , ο διάσημος Γερμανός γλωσσολόγος Gerhard Rohslf  ερευνώντας με την ιδιότητα του ρωμανιστού τις ιταλικές διαλέκτους της Κ. Ιταλίας διεπίστωσε ισχυρή επίδραση της ελληνικής . Το γεγονός αυτό τον παρεκίνησε να ασχοληθεί με το πρόβλημα της καταγωγής των ελληνικών ιδιωμάτων της Κ. Ιταλίας . Συνεκέντρωσε άφθονο και εξακριβωμένο γλωσσικό υλικό  και δημοσίευσε την πραγματεία  " Griechen und Romanen in Unteritalien" όπου παρουσιάζει τα τρωτά της θεωρίας Morosi και υποστηρίζει όπως και ο Χατζηδάκης , την αδιάκοπη συνέχεια της ελληνικής στην Κ. Ιταλία από τον 8ο π.Χ. αιώνα μέχρι σήμερα . 
........................................................................................................................................

Το 1962 η Ακαδημία Αθηνών , κατά σύσταση του Rohlfs , ανέθεσε στον γράφοντα την εντολή να ερευνήσει τα ελληνικά ιδιώματα της Κ. Ιταλίας και να συγκεντρώσει γλωσσικό υλικό χρήσιμο για τη σύνταξη του Μεγάλου Λεξικού της Ν. Ελληνικής. Οταν κατά την τρίτη αποστολή διαπιστώσαμε ότι ήρχοντο στο φως νέα σπάνια λεξιλογικά και σημασιολογικά στοιχεία που έπρεπε να τεθούν στην διάθεση της επιστήμης , αντί να χρονίζουν στο Αρχείο του Ισττορικού Λεξικού και να περιμένουν την σειρά τους να αξιολογηθούν , αποφασίσαμε να συντάξουμε το λεξικό της γλώσσας των ελληνόφωνων .
........................................................................................................................................

Τον Αύγουστο του 1962 ξεκίνησε η πρώτη αποστολή και τον Νοέμβριο του 1992 έβγαινε από το τυπογραφείο του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών ο 5ος και τελευταίος τόμος του Ιστορικού Λεξικού των Ελληνικών Ιδιωμάτων της Κάτω Ιταλίας .

Οταν ακούετε έναν ελληνόφωνο να σας μιλάει στην γλώσσα του , σχηματίζετε την εντύπωση ότι πρόκειτε για μια ιδιόρυθμη ελληνική διάλεκτο αλλά δεν καταλαβένετε πέρα ως πέρα αυτά που ακούετε . Αυτό συμβαίνει γιατί ορισμένα σύμφωνα και συμφωνικά συμπλέγματα έχουν διαφορετική προφορά από εκείνη των ίδιων συμφώνων σην κοινή νέα ελληνική .
Το διπλό σύμφωνο ξ προφέρεται ως σσ , τσ ,φσ , φτσ : ξέρω > σσέρω , τσέρω , φσέρω , φτσέρω . Αυτό συμβαίνει γιατί τα σύμφωνα κ,σ που συνθέτουν το ξ αντιμετατίθενται : ξ>κσ>σκ και εξελίσσονται σε σσ , τσ , φσ , φτσ . Το φαινόμενο ξεκινάει από τους αρχαίους χρόνους . Οι Δωριείς όπως μας λέει ο Επίχαρμος , 68 π.Χ. , πρόφεραν τον ξιφία >σκιφία , το ξίφος σκίφος . Οι ελληνόφωνοι Απουλίας και Καλαβρίας είναι απόγονοι των Δωριέων αποίκων του Τάραντα και του Ρηγίου .
Το Ψ επίσης έγινε από ψ>πσ>σπ>φσ>φτσ : ψηλός > σπηλό>φσηλό>φτσηλό . Στα σχόλια Διον. Θρακός , 329 υπάρχει σπαλίς αντί ψαλίς . Το Ζ προφέρεται ως dz και ζζ : ζέστη> dζέστα >ζζέστα  . Τα τελικά -ν και -ς αποβάλλονται : ρυάκιν>ρυάτσι , ολίγον>ολίο , άλας>άλα , κρέας>κρέα . Πολλές μεταβολές παρουσιάζει η φωνητική πολλών συμπλεγμάτων , αλλά ο χώρος δεν μας επιτρέπει να τις παραθέσουμε .